Ο άνθρωπός μας στη Ρώμη
Ο Βράχος του Αγίου Πέτρου
Υπό Yves Jaques
Ένα απόγευμα στο Βατικανό
Νοέμβριος 1999
Η γυναίκα μου κι εγώ καθόμασταν νευρικά στη σειρά περιμένοντας να μπούμε στον Άγιο Πέτρο. Ποτέ δεν μοιάζουμε να είμαστε ντυμένοι όπως πρέπει. Είσαι ο Πέτρος, και επάνω σε αυτόν τον βράχο θα χτίσω την εκκλησία μου, και θα σου παραδώσω τα κλειδιά του βασιλείου των ουρανών. Αυτά είναι γραμμένα με χρυσό πάνω από τον τάφο του Αγ. Πέτρου, αλλά τα κλειδιά δεν πιάνουν εκτός και αν οι ώμοι σου είναι καλυμμένοι και τα γόνατά σου δεν φαίνονται.
Καθώς περιμένουμε, παρατηρώ ένα γκρουπ προσκυνητών από τις Φιλιππίνες με σορτς. Ακουμπούν απηυδισμένοι πάνω στις κολώνες. Δείχνουν κλονισμένοι, σαν να δοκιμάζεται έντονα η πίστη τους. Ίσως αυτή να ήταν η μοναδική ευκαιρία τους να επισκεφτούν τον ομφαλό του καθολικού κόσμου, και αυτοί δεν είναι σωστά ενδεδυμένοι.
Μπροστά από μας, μια ομάδα από ηλικιωμένες Αμερικανίδες περνούν από τους φύλακες της εισόδου, παρόλο που δύο από αυτές φορούν φούστα πάνω από το γόνατο. Μια στιγμή αργότερα, διώχνουν μια ελκυστική ξανθιά, παρόλο που η φούστα της είναι πιο μακριά από αυτές των δύο γυναικών που κρίθηκαν ικανές να περάσουν μόλις πριν από λίγο. Εγώ, με το σορτς και το φανελάκι μου, κάνω τη διαφορά. Η γυναίκα μου τραβάει προς τα κάτω το φόρεμά της και καμπουριάζει, αλλά της απαγορεύεται η είσοδος από ένα συνοφρυωμένο φύλακα. Φαίνεται λίγο η γάμπα. Οπισθοχωρούμε και ενωνόμαστε με την ομάδα των συντριμμένων προσκυνητών. Η γυναίκα μου βράζει κυριολεκτικά. Δεν υπάρχει τίποτε που να την εξοργίζει περισσότερο. Σαν ζωγράφος μεγαλωμένη από άθεους χίπις γονείς, βλέπει το Βατικανό σαν μια πινακοθήκη. Ο κοινωνικός ρόλος του ως το κέντρο της μεγαλύτερης θρησκείας στον κόσμο δεν σημαίνει τίποτε γι' αυτήν.
Καθώς παρακολουθώ την εξευτελιστική μας ήττα, συλλογίζομαι ότι στην πραγματικότητα και ο Χριστός ο ίδιος θα δυσκολευόταν να μπει στον Αγ. Πέτρο και ότι αν το κατόρθωνε θα έσχιζε τα ιμάτιά του με οργή μόλις έβλεπε την ορμητική χλιδή του χώρου. Από την άλλη μεριά, πάλι, η Καθολική Εκκλησία δεν είχε και ποτέ ιδιαίτερη σχέση με το μήνυμα της ταπεινοφροσύνης του Χριστού και την αγάπη με ανοικτές αγκάλες. Από τη στιγμή που οι πλούσιοι και δυνατοί Ρωμαίοι αγκάλιασαν τον Χριστιανισμό σαν τη νέα θρησκεία τους, κλονίστηκε η θέση του Χριστού σαν μηχανισμός κοινωνικής και πνευματικής επανάστασης. Δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε ότι η μονοθεϊστική βάση του χριστιανισμού παρέδωσε έναν απογυμνωτικό μηχανισμό στους πλούσιους, οι οποίοι είχαν κουραστεί να πληρώνουν πολυδάπανες εισφορές σε εκατό διαφορετικούς θεούς. Αλλά, καθώς οι πλούσιοι ντύθηκαν, οι φτωχοί απογυμνώθηκαν. Ή, για την ακρίβεια, έπρεπε να "ντυθούν" ευπρεπώς.
Ξαφνικά, αλλάζει ο φύλακας και δοκιμάζουμε ξανά την τύχη μας. Αυτή τη φορά η γυναίκα μου γλυστρά δίπλα από τον νέο φύλακα, ο οποίος μοιάζει να μην ενδιαφέρεται γι' αυτήν. Και συνειδητοποιώ ποιο είναι το λειτουργικό κριτήριο για την είσοδο των γυναικών στον Άγιο Πέτρο: η σεξουαλική αφύπνιση. Αν οι φύλακες σε βρίσκουν ελκυστική, και η ενδυμασία σου δεν είναι ευπρεπής, μείνε έξω. Αν δεν τραβήξεις την προσοχή των φυλάκων, έχεις πολλές πιθανότητες επιτυχίας, άσχετα από τον τρόπο που είσαι ντυμένη. Οι φύλακες είναι ένα είδος λευκού αιμοσφαιρίου στο ιερατικό ανοσοποιητικό σύστημα, η δύσκολη δουλειά τους είναι να καταπολεμήσουν τον τρομακτικό ιό του Έρωτα.
Αναπνέοντας φυσιολογικά, η γυναίκα μου απαλλάσσεται από το στρίφωμά της και περνάμε τις τεράστιες μπρούτζινες πόρτες. Το να μπαίνεις στον Άγ. Πέτρο είναι πάντα μια παράξενη, πολύπλευρη εμπειρία. Κάποιος δεν μπορεί παρά να συγκρίνει τον πλούτο της Εκκλησίας με τη φτώχεια της πλειονότητας των πιστών της. Ίσως αυτό να υπήρξε πάντα ένα από τα θεμελιώδη θέλγητρά της. Η Εκκλησία είναι ένα από τα ελάχιστα πλούσια ιδρύματα που επιτρέπει την είσοδο στους (μετανοούντες και ευπρεπώς ντυμένους) φτωχούς. Αν ο οικονομικός πλούτος της Εκκλησίας είναι εκτυφλωτικός, ο καλλιτεχνικός της πλούτος είναι ακόμη πιο πολύ. Ο ναός του Αγίου Πέτρου είναι μια πινακοθήκη απ' άκρη σ' άκρη, κοσμημένη με το έργο των πιο ταλαντούχων και διάσημων καλλιτεχνών της ιστορίας. Από τον αριστοτεχνικό μωσαϊκό θόλο του Michelangelo, μέχρι το χαριτωμένο ορειχάλκινο κουβούκλιο του Bernini, το εσωτερικό είναι το Who's Who των καλλιτεχνών της Αναγέννησης.
Καθώς περιπλανιόμαστε στο χώρο, θαυμάζοντας το έργο των Duquesnoy, Canova και Algardi, έχουμε μια παράξενη αίσθηση ασφυξίας. Κάτι στην όλη τέχνη είναι επιτηδευμένο. Μένουμε κατάπληκτοι από την ποιότητα και την ποσότητα των αριστουργημάτων, αλλά στο περιεχόμενο ενυπάρχει το βαρύ χέρι της προπαγάνδας. Η Εκκλησία ήταν το πρώτο ίδρυμα που χρησιμοποίησε μαζικά καλλιτέχνες, για να παράγει με συστηματικό τρόπο προπαγανδιστικά έργα, έργα για να βοηθήσουν στην "αναστολή της απιστίας". Και τελικά, η εστίαση μεταφέρεται από την τέχνη, στις συνθήκες και τους σκοπούς για τους οποίους αυτή παράχθηκε. Αν σήμερα οι καλλιτέχνες βρίσκουν τους εαυτούς τους να υποκύπτουν στην πίεση των εφόρων των μουσείων και των οργανισμών που στηρίζουν τις τέχνες, στο παρελθόν υπέκυπταν στην πίεση της Εκκλησίας με την αδυσώπητη επιμονή της να είναι η μοναδική αυτοκρατορία του πνεύματος.
Στην ουσία, η Εκκλησία οφείλει όλη τη δύναμή της στους καλλιτέχνες. Είναι αυτοί που πήραν τον Λόγο και τον έκαναν μανιφέστο. Από τα κτίρια και τις διακοσμήσεις τους, μέχρι τα άμφια που φορούν οι ιερείς, όλα αυτά είναι επιβλητικά ή ωραία και έχουν δημιουργηθεί από καλλιτέχνες. Κι ωστόσο, οι καλλιτέχνες δεν έχουν θέση στην Εκκλησία, ούτε τώρα ούτε τότε. Δεν έχουν ανακηρυχτεί όσιοι. Δεν έχουν ανακηρυχτεί άγιοι. Και όπως πάντα, η Εκκλησία αντιμετωπίζει το χαρακτήρα τους και τα έργα τους με σκεπτικισμό και δυσπιστία.
Ίσως αυτό είναι που εξοργίζει την γυναίκα μου περισσότερο από όλα. Το ότι η πρόσβασή της στα έργα των "δικών της ανθρώπων", της κοινωνίας των καλλιτεχνών, ελέγχεται από ένα ίδρυμα που δεν ενδιαφέρεται καθόλου για την τέχνη και τους καλλιτέχνες, παρά μόνο για τις καθαρά προπαγανδιστικές χρήσεις τους. Η Εκκλησία, με την δύναμη και την εξουσία της, έχει αποστερήσει από το κοινό ιδιοφυή έργα, με την έννοια ότι επιτρέπει την πρόσβαση μόνο με τον τρόπο που τη συμφέρει και όχι για πολιτιστικό διαφωτισμό ή για εκτίμηση της ομορφιάς τους.
Συνειδητοποιούμε ότι ο χώρος μας κάνει να νιώθουμε παράξενα ρυπαροί. Έκπληκτοι, πρέπει να φύγουμε. Καθώς περπατάμε προς την έξοδο του Αγ.Πέτρου, αντηχούν τα μουρμουρητά εκατοντάδων γλωσσών, και αναπνέουμε βαθιά για άλλη μια φορά. Έχουμε την αίσθηση ότι φεύγει ένα βάρος από τους ώμους μας. Μόλις φύγαμε από το πιο παραγεμισμένο μουσείο του κόσμου και πάμε στην πιο όμορφη πόλη του κόσμου.
Περνούμε το χαριτωμένο περιστύλιο του Bernini και περπατάμε στους δρόμους, περνώντας μια σειρά από πλανόδιους καλλιτέχνες που πουλούν θρησκευτικές εικόνες και ζωγραφίζουν με παστέλ τα λιθόστρωτα. Ανακαλώ κάτι που μας είχε πει κάποτε ένας φίλος μας, ότι οι Λατίνοι καλλιτέχνες μισούσαν πάντα την Εκκλησία, επειδή η Εκκλησία τους εκμεταλλεύτηκε για να αποκτήσει τα πάντα, ενώ αυτοί δεν είχαν τίποτα. Καθώς μια πομπή από μαύρα σεντάν Μερσεντές με ένα γκρουπ VIP's του Βατικανού περνάει ταχύτατα, τυλίγοντας τους καλλιτέχνες και τα έργα τους σε ένα σύννεφο σκόνης, καταλαβαίνω τι εννοούσε ο φίλος μου.
Μπορείτε να επικοινωνήσετε με τον Yves Jaques στη διεύθυνση