Ο Άνθρωπός μας στη Βομβάη

Prem Panicker

 

 

Και ζήσαν αυτοί καλά…

Ιούνιος 1997

 

Την τελευταία μέρα του Μαϊου παραβρέθηκα σε ένα γάμο. Έγινε σε ένα μικρό, ιδιωτικό παρεκκλήσι. Παραβρέθηκε ένα μικρό, επιλεγμένο κοινό. Η νύφη ήταν 41 ετών και νοικοκυρά. Ο γαμπρός ήταν 31 ετών και ελεύθερος επαγγελματίας. Αυτή είναι από την Αμερική και αυτός είναι εκπατρισμένος Ινδιάνος. Περισσότερο από δεκαπέντε μέρες μετά και ακόμη δεν μπορώ να βγάλω το γάμο από το μυαλό μου.

Επειδή, βλέπετε, δεν ήταν ένας συνηθισμένος γάμος. Το όλο πράγμα συνέβει εκεί στο κυβερνοδιάστημα. Η νύφη και ο γαμπρός δεν αντίκρυσαν ποτέ ο ένας τον άλλο, παρόλο που αντάλλαξαν φωτογραφίες τους. Όταν παντρεύτηκαν, δεν ήξερε ο ένας πώς ήταν η φωνή του άλλου.

Και ωστόσο, κανένας από τους δύο δεν έχει οποιαδήποτε αμφιβολία ότι η τελετή ήταν, για αυτούς, εντελώς και εξ ολοκλήρου σοβαρή. Και πολύ πολύ αληθινή.

"Θέλω να γράψω για έναν άνθρωπο που ήταν δύο άνθρωποι." Έτσι συνόψισε ο R. L. Stevenson την υπόθεση του Δρ. Τζέκυλ και του κου Χάιντ.

Δεν ξέρω για σας παιδιά, αλλά, μιλώντας για μένα, είμαι "ένας άνθρωπος που είναι δύο άνθρωποι."

Υπάρχει αυτό που θα μπορούσα να αποκαλέσω το δημόσιο εγώ. Αυτό, είναι ένας πολύ επιφυλακτικός άνθρωπος. Πολύ κυνικός. Είναι μια ύπαρξη που δρα, αντιδρά και αλληλεπιδρά με βάση το μυαλό και όχι με την καρδιά.

Είναι ένα εγώ που πιστεύει ότι "η οικογένεια" είναι τόσο μεσαιωνική ως έννοια όσο και το "Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας βασιλιάς…". Είναι ένα εγώ που πιστεύει ότι "οι φίλοι" είναι κάτι που βγαίνει από την ντουλάπα, όταν έχει καλό καιρό, όπως, ας πούμε, τα παστέλ μπλουζάκια.

Αλλά υπάρχει και ένα ακόμη εγώ. Ένα μικρό, ανοιχτόμυαλο και παιδιάστικα αθώο εγώ. Ένα εγώ που, όταν έρχεται η 24η Δεκεμβρίου, καταριέται τα σύγχρονα διαμερίσματα, επειδή δεν έχουν καμινάδες, και αναρωτιέται, αν ο απορροφητήρας είναι αρκετά μεγάλος για να συρθεί ο Άι-Βασίλης. Ένα εγώ που κάθεται κάτω από το Big Top και ψάχνει να δει όχι κακοπληρωμένες, υποσιτιζόμενες και υπό εκμετάλλευση γυναίκες, με πρόχειρα επιδιορθωμένα φορέματα με πούλιες, αλλά ένα πλήθος από νεράιδες που λάμπουν σαν τις ανάσες των ερωτευμένων και που παίζουν στους ανώτερους κόσμους που μόνο τα όνειρα μπορούν να σε πάνε.

Και καθόλη τη διάρκεια αυτής της τελετής, αυτά τα δύο εγώ που είμαι εγώ έκαναν έναν πικρό εμφύλιο πόλεμο μέσα στην καρδιά και στο μυαλό μου.

Το λογικό εγώ μου, βλέποντας την 21χρονη κυβερνο-κόρη να αποκαλεί "πατέρα" τον 31χρονο γαμπρό, ένιωσε αυτό το οικείο σφίξιμο στα χείλη… το εξωτερικό σύμπτωμα ενός εσωτερικού κυνισμού.

Το παιδιάστικα αθώο εγώ μου, το οποίο τον περισσότερο καιρό μένει βαθιά κρυμμένο -- πολύ βαθιά κρυμμένο εκεί που οι άνθρωποι δεν μπορούν να το πληγώσουν με μια τυχαία φράση ή μια αστόχαστη παρατήρηση -- ήταν ωστόσο βουρκωμένο σε όλη τη διάρκεια της τελετής. Καθώς παρακολουθούσα τον "λειτουργό" -- έναν 21χρονο φίλο του γαμπρού και της νύφης -- να συνδέει με ιερούς όρκους το ζευγάρι και να προσαρμόζει τα λόγια του στις ανάγκες του κυβερνοδιαστήματος, καθώς κοιτούσα την 21χρονη κόρη να "στρώνει τα πιο πολύτιμα λουλούδια του ουρανού για να πατήσει επάνω τους η μητέρα της" και καθώς έβλεπα το γαμπρό και τη νύφη να υπόσχονται ο ένας στον άλλο ότι θα αγωνιστούν να υπερνικήσουν τους περιορισμούς του χώρου και του χρόνου και ότι θα λατρεύουν ο ένας τον άλλο με κάθε ίνα της καρδιάς και της ψυχής τους, ένιωσα ένα κόμπο να μου σφίγγει το λαιμό.

Και, στο τέλος, συνειδητοποίησα ότι το αφελές, παιδιάστικο εγώ μου είχε κερδίσει τον πόλεμο με το άλλο το σαρκαστικό και κυνικό εγώ μου.

Θριάμβευσε η καρδιά και όχι το μυαλό.

Εκατομμύρια άνθρωποι μαζί που νιώθουν μόνοι -- έτσι περιέγραψε κάποτε ένα πνευματώδης άνθρωπος τη Νέα Υόρκη.

Σήμερα η περιγραφή αυτή ισχύει για όλο τον κόσμο.

Μεγάλωσα στο σπίτι των προγόνων μου στην πόλη Calicut, στην Kerala. Ο πιο κοντινός μας γείτονας ήταν τουλάχιστον πέντε λεπτά μακριά. Και ωστόσο, κάθε χαρά και λύπη στο σπίτι αυτού του γείτονα αντηχούσε και στο δικό μας.

Σήμερα μένω σε ένα διαμέρισμα στη Βομβάη. Ο κοντινότερος γείτονας απέχει έναν τοίχο μακριά.

Παρόλα αυτά, όταν πριν από λίγους μήνες έχασα τον πατέρα μου και πήγα για ένα δεκαπενθήμερο στο Calicut, οι γείτονές μου δεν ήξεραν ούτε ότι έλειπα.

Είναι παράδοξο, αλλά αληθινό, ότι με κάθε εκατομμύριο ανθρώπων που προστίθεται στον παγκόσμιο πληθυσμό ερχόμαστε ολοένα και πιο κοντά ο ένας στον άλλο με τη φυσική έννοια του όρου -- αλλά, ολοένα και πιο μακριά με τη μεταφυσική έννοιά του.

Σήμερα ο κόσμος έχει συρρικνωθεί παίρνοντας τις διαστάσεις ενός παγκόσμιου χωριού -- και, όμως, κάθε μέλος της ανθρώπινης φυλής βρίσκεται σε μια αυτο-επιβαλλόμενη καραντίνα. Απομακρυσμένος και ανέγγιχτος από τους συνανθρώπους του. Σήμερα, στο επίκεντρο της πληθυσμιακής έκρηξης, κυβερνάει η μοναξιά.

 

Prem Panicker's content can also be read at